Τρίτη 18 Μαρτίου 2014

Δυναμικό ξεκίνημα από τη Ρένα Δούρου - Παραιτήθηκε από βουλευτής και ασχολείται αποκλειστικά με την Περιφέρεια Αττικής

Ξεκίνησε σήμερα η πρώτη προγραμματική παρουσίαση της Ρένας Δούρου, υποψήφιας για την Περιφέρεια Αττικής με τον συνδυασμό «Δύναμη Ζωής», με τη δήλωσή της ότι παραιτείται από βουλευτής για να ασχοληθεί αποκλειστικά με την Περιφέρεια Αττικής.

Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά «αποφάσισα να παραιτηθώ από τη βουλευτική μου ιδιότητα γιατί θεωρώ ότι με αυτόν τον τρόπο θα υπηρετήσω αποτελεσματικότερα αυτόν τον δύσκολο αγώνα. Είναι μια απόφαση συνέπειας, συνέχειας και σταθερότητας».
Συγκεκριμένα, η Ρένα Δούρου κατά τη διάρκεια Συνέντευξης Τύπου παρουσίασε τις προτάσεις του συνδυασμού για ένα νέο ρυθμιστικό σχέδιο για την Αττική, που θα εξυπηρετεί συνολικά και κοινωνικά δίκαια την ανάπτυξη, την προστασία του περιβάλλοντος και την πολιτιστική κληρονομιά.
Βασικα σημεία εισήγησης:
• Η απερχόμενη Διοίκηση έχει τη στήριξη των ισχυρών συμφερόντων των ολίγων. Λίγο πριν τις κάλπες ο κ. Σγουρός κόπτεται να παρουσιάσει έργο και να επιδείξει πλεόνασμα: Αυτό το πλεόνασμα τον εκθέτει τον κ. Περιφερειάρχη. Αποδεικνύει το πλεόνασμα απραξίας του. Αποδεικνύει το γεγονός ότι εκτέλεσε μόλις το 12,50% των προϋπολογισμένων από τη δική του διοίκηση έργων! Η Αττική είχε μια διοίκηση που έχει να επιδείξει έργα βιτρίνας, ανάπλασης δρόμων και πλατειών. Έργα καλλωπιστικά. Ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί, ως όφειλε, ο αντιπλημμυρικός σχεδιασμός. Όπως δεν έχει ολοκληρωθεί και το αποχετευτικό σύστημα. Το έλλειμμα της απερχόμενης διοίκησης της περιφέρειας αποτυπώνεται ανάγλυφα στις περιπέτειες και τελικά στην δρομολογημένη εξαφάνιση του Ρυθμιστικού Σχεδίου της Αθήνας – Αττικής.
• Για την Περιφέρεια Αττικής διεκδικούμε έναν συνολικό, ουσιαστικό και δημοκρατικά διευρυμένο, ρυθμιστικό σχεδιασμό. Έναν σχεδιασμό – τριπλό εργαλείο: ανάπτυξης, καταπολέμησης των κοινωνικών ανισοτήτων και προστασίας του περιβάλλοντος. Και παράλληλα έναν σχεδιασμό – ασπίδα της ιστορίας, της παράδοσης και της απαράμιλλης πολιτιστικής κληρονομιάς της Αττικής.
• Απαιτείται η ανασύσταση ενός αυτόνομου φορέα όπως ήταν ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας, υπό την εποπτεία και καθοδήγηση της Περιφέρειας, με διεύρυνση της συμμετοχής της και συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών.
• Άρρηκτα συνδεδεμένη με το νέο φορέα, είναι και η λειτουργία ενός Παρατηρητήριου για καταγραφή των χωρικών δεδομένων που θα τροφοδοτεί τον σχεδιασμό.
.
Δήλωση παραίτησης
Αποδεχόμενη την τιμητική πρόταση να ηγηθώ του πολιτικού αγώνα για την ανάληψη της διοίκησης της μεγαλύτερης περιφέρειας της πατρίδας μας, της Αττικής, διαβεβαίωσα από την πρώτη στιγμή, πως θα τιμήσω την ψήφο των πολιτών της Αττικής από όποια θέση κι αν μου εμπιστευτούν.
Άλλωστε, από τη θέση της περιφερειάρχη θα υπηρετήσω πολύ περισσότερους πολίτες απ’ όσους με τίμησαν στις εκλογές του 2012. Σήμερα λοιπόν, που έχουμε αρχίσει τον αγώνα μας για την Περιφέρεια Αττικής, θέλω να είμαι απόλυτα σαφής.
Αποφάσισα να παραιτηθώ από τη βουλευτική μου ιδιότητα γιατί θεωρώ ότι με αυτόν τον τρόπο θα υπηρετήσω αποτελεσματικότερα αυτόν τον δύσκολο αγώνα. Είναι μια απόφαση συνέπειας, συνέχειας και σταθερότητας.
Απόφαση συνέπειας λόγων και έργων.
Απόφαση συνέχειας σε ό,τι αφορά την επιλογή μου να δώσω την μάχη στο μέτωπο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Απόφαση σταθερότητας σε σχέση με την αταλάντευτη δέσμευσή μου να υπηρετήσω την υπόθεση της Περιφέρειας.
Απόφαση προσωπική με συλλογικό πρόσημο. Απόφαση ευθύνης, η οποία εγγράφεται στον συλλογικό μας αγώνα για την ανατροπή και την ελπίδα.
Ο καθένας μας από την έπαλξη που ο ίδιος επιλέγει. Και όλοι μαζί για τον κοινό μας στόχο. Την κοινωνική και οικονομική ανασυγκρότηση του τόπου.
.
Μανώλης Γλέζος- Αρχίζουμε να χτίζουμε το καθεστώς της εξουσίας των πολιτών
Στην παρουσίαση παραβρέθηκε και ο Μανώλης Γλέζος ο οποίος συνεχάρη τη Ρένα Δούρου και ανέβηκε στο βήμα:
Μανώλης Γλέζος:
«Αρχίζουμε τι; Αρχίζουμε να γκρεμίζουμε το καθεστώς λιτότητας και πείνας,, το καθεστώς αυτοκτονιών, βίας και καταστολής. Αρχίζουμε να χτίζουμε το καθεστώς της εξουσίας των Πολιτών».
Η Ρένα Δούρου, όταν ρωτήθηκε αν παραιτείται από τη βουλευτική της ιδιότητα λόγω πιέσεων, απάντησε :
Ρένα Δούρου- Μαθήματα ήθους από ανθρώπους σαν τον Γλέζο
«Μαθήματα ήθους παίρνω μόνο από ανθρώπους σαν τον Μανώλη Γλέζο, ο οποίος, όσες φορές χρειάστηκε να υπηρετήσει την Τοπική Αυτοδιοίκηση, αρνήθηκε σπουδαίες θέσεις. Δεν ζητώ το ίδιο από τους συνυποψήφιους μου. Αισθάνθηκα ότι έπρεπε να πάρω τη σκυτάλη από τον Μανώλη Γλέζο, την σκυτάλη ήθους που εκπροσωπεί ο Μανώλης. Από ανθρώπους σαν τον Μανώλη Γλέζο παίρνω μαθήματα ήθους, όχι από όσους, είτε τους ρωτούσαν για το πρόγραμμα τους, είτε για το ρυθμιστικό, το μόνο που είχαν να απαντήσουν ήταν γιατί δεν παραιτείται η Δούρου.»
Κεντρικά σημεία εισήγησης Έρης Κωνσταντάκου- Αρχιτέκτονας, υποψήφια περιφερειακή σύμβουλος
• Το νέο Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης που επεξεργάζεται το Υπουργείο Περιβάλλοντος, είναι άδειο κέλυφος. Δεν είναι δεσμευτικό και λειτουργεί ως απορρυθμιστικό: βασικό του χαρακτηριστικό είναι πως αίρει τους περιορισμούς βάσει των οποίων μπορούσε να γίνει προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Δεν θα υπάρχει πλέον νομική βάση για να γίνει προσφυγή στο ΣτΕ. Το σύστημα γίνεται πιο ευέλικτο, χωρίς τις καθυστερήσεις του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου καθιστώντας τον επενδυτή, ανώτατο νομοθέτη.
• Η κατάργηση των Οργανισμών Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας και Θεσσαλονίκης και της ΕΑΧΑ (Ενοποίηση Αρχαιολογικών Χώρων Αθήνας) συμπληρώνει την απορρύθμιση καθώς οι οργανισμοί αυτοί λειτουργούσαν ως δημοκρατικές δικλείδες για τον σχεδιασμό.
• Η Αττική είναι η μόνη Περιφέρεια της χώρας χωρίς Περιφερειακό Χωροταξικό Πλαίσιο. Επείγει ο σχεδιασμός ενός νέου ρυθμιστικού σχεδίου που θα εξυπηρετεί συνολικά και κοινωνικά δίκαια την ανάπτυξη
• Απαιτείται η ανασύσταση ενός αυτόνομου φορέα όπως ήταν ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας, υπό την εποπτεία και την καθοδήγηση της Περιφέρειας. Προτείνουμε την λειτουργία ενός Παρατηρητηρίου για την καταγραφή των χωρικών δεδομένων που θα τροφοδοτεί τον σχεδιασμό.
Στην παρουσίαση παραβρέθηκαν:
Μανώλης Γλέζος, Νίκος Βούτσης, Δημήτρης Στρατούλης, Αλέξης Μητρόπουλος, , Γιώργος Πάντζας Θοδωρής Δρίτσας, Σοφία Σακοράφα, Δημήτρης Τσουκαλάς, Νάντια Βαλαβάνη, Τάσος Κουράκης, Βαγγέλης Διαμαντόπουλος, Χαρά Καφαντάρη, Μαρία Κανελοπούλου, Γιώργος Βαρεμένος, Μαρία Μπόλαρη, Θεανώ Φωτίου, Γαβριήλ Σακελαρίδης, Τζένη Βαμβακά, Αφροδίτη Θεοπεφτάτου, Κώστας Μπάρκας, ο Δήμαρχος Σαρωνίδας, και πολλοί εκπρόσωποι επιστημονικών και συνδικαλιστικών φορέων.
Αναλυτικά οι ομιλίες:
.
ΡΕΝΑ ΔΟΥΡΟΥ
Φίλες και φίλοι,
Αρχίζουμε σήμερα μια πορεία ανατροπής και ελπίδας για τη μεγαλύτερη Περιφέρεια της χώρας μας. Την Περιφέρεια Αττικής. Για να στείλουμε ένα διπλό μήνυμα, σαφές και κατανοητό από τους πάντες. Έτσι, ώστε, να μην μπορεί να το διαστρεβλώσει ή να το παραγνωρίσει η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου το βράδυ των εκλογών.
Ξέρετε, το βράδυ εκείνο που θα πέσουν οι μάσκες των δήθεν «ακομμάτιστων» τεχνοκρατών και θα σπεύσουν να βάψουν μπλε και γαλάζιους τους δήμους και τις περιφέρειες, προκειμένου να καταδείξουν ένα πράγμα. Ότι πάμε σαν άλλοτε.Ότι δεν χρειάζεται να αλλάξουμε ρότα. Το τροπάρι είναι γνωστό. Και οι ψαλμωδίες περί δήθεν εξόδου από την κρίση και εισόδου στις αγορές, στο πλαίσιο του νέου παραμυθιού που αναπαράγουν τα ΜΜΕ, γνωστές επίσης.
Πλην, όμως, δεν πείθουν κανέναν. Όποιον τόνο κι αν επιλέξουν οι δεξιοί κι αριστεροί ψάλτες. Όποιο μέσο παραπληροφόρησης κι αν χρησιμοποιήσουν.
Το διπλό, λοιπόν, μήνυμα που θα στείλουν οι πολίτες μέσα από τις κάλπες του Μαΐου, δεν θα το αποφύγουν οι οπαδοί της λιτότητας. Ένα μήνυμα τέλους των πολιτικών που κατέστησαν τις πόλεις μας, πόλεις για ανθρώπους – φαντάσματα. Χωρίς υγιή επιχειρηματικότητα, χωρίς πράσινο, χωρίς χώρους πολιτισμού και αθλητισμού, χωρίς ζωή.
Κι ένα μήνυμα νέας αρχής. Νέας αρχής για τον τόπο. Νέας αρχής για την Αττική. Με δεδομένο ότι η Αττική αποτελεί μια μικρογραφία όλων των προβλημάτων της χώρας. Προβλημάτων που επέτεινε ή και δημιούργησε η πολιτική της λιτότητας, των δραστικών περικοπών των δημοσίων δαπανών, η καταστροφική μεταρρύθμιση του Καλλικράτη.
Μεταξύ των προβλημάτων αυτών, το σημαντικότερο είναι η ίδια η σημερινή Διοίκηση της Περιφέρειας. Αυτή ακριβώς που τα τελευταία 3.5 χρόνια δεν τόλμησε να υψώσει φωνή διαμαρτυρίας και αντίστασης στα όσα τερατώδη, καταστροφικά και επικίνδυνα για τις ζωές μας και το περιβάλλον, προωθεί η κεντρική κυβέρνηση.
Η διοίκηση του απερχόμενου Περιφερειάρχη ήταν μια διοίκηση που ευθυγραμμίστηκε πλήρως με τις κεντρικές πολιτικές επιλογές της λιτότητας και των μνημονίων. Ήταν μια Διοίκηση – εκτελεστικό όργανο των πολιτικών εκείνων που τσιμεντοποιούν τις πόλεις μας, που παραδίδουν τις ζωές μας σε εργολαβικά συμφέροντα, που υποβαθμίζουν το επίπεδο ζωής μας στο όνομα της εξυπηρέτησης των ολίγων.
Η απερχόμενη Διοίκηση δεν άφησε απόφαση για απόφαση, περίπτωση για περίπτωση που να μην τη σφραγίσει είτε με την απραξία είτε με την δράση της – πάντα όμως στην ίδια κατεύθυνση: εκείνη της εκχώρησης δημόσιας περιουσίας και υποδομών σε βάρος της ποιότητας ζωής και του περιβάλλοντος. Η απερχόμενη Διοίκηση αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τους πολίτες της Περιφέρειας Αττικής. Για τις πόλεις μας. Για το μέλλον των παιδιών μας.
Γι’ αυτό και στις κάλπες του Μαΐου η άκρως επικίνδυνη αυτή διοίκηση που δεν έβγαλε άχνα και αποδέχθηκε αδιαμαρτύρητα όλες τις πολιτικές τσιμεντοποίησης, όλες τις εργολαβικές επιταγές, πρέπει να γίνει παρελθόν.
Και στον σκοπό αυτό πρέπει να συμβάλλουμε όλες και όλοι. Κανείς δεν περισσεύει από τον δύσκολο αλλά απαραίτητο αγώνα.
Η «Δύναμη Ζωής», ο συνδυασμός μας, θέλει να συσπειρώσει όλες εκείνες τις πλατειές δημοκρατικές δυνάμεις που στοχεύουν στο ίδιο πράγμα. Να μπει τέλος στην επικίνδυνη σημερινή διοίκηση και να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο για τα εκατομμύρια κατοίκων της Αττικής.
Αγωνιζόμαστε κοιτάζοντας το μέλλον. Αγωνιζόμαστε σήμερα για το αύριο. Αγωνιζόμαστε για να γίνει η κοινωνική πολιτική πρώτη προτεραιότητα στην περίοδο οξύτατης ανθρωπιστικής κρίσης που ζούμε. Αγωνιζόμαστε για να διοχετευθούν οι πόροι, όχι στους εργολάβους αλλά στις ανάγκες των πολιτών. Αγωνιζόμαστε για να αποκτήσει η κοινωνία συνοχή. Για να πάψει ο κατακερματισμός της λόγω των δραστικών περικοπών των δημοσίων δαπανών. Αγωνιζόμαστε για την προστασία της ποιότητας ζωής και του περιβάλλοντος. Αγωνιζόμαστε για να αποκτήσει η Αυτοδιοίκηση το πραγματικό της νόημα. Να πάψει να είναι ετεροδιοίκηση. Για να βρεθούν οι πολίτες στο επίκεντρο της λήψης των αποφάσεων.
Ωστόσο, ο αγώνας αυτός δεν θα είναι εύκολος. Γιατί η απερχόμενη Διοίκηση έχει τη στήριξη των ισχυρών συμφερόντων των ολίγων που από το πρωί ως το βράδυ διαφημίζουν τα… δήθεν θαύματα της διαχείρισης του εκλεκτού τους. Ο οποίος, από την πλευρά του, τώρα, λίγο πριν από τις κάλπες, κόπτεται να παρουσιάσει έργο. Και να επιδείξει και… πλεόνασμα.
Όμως αυτό το πλεόνασμα τον εκθέτει τον κ. Περιφερειάρχη. Γιατί αποδεικνύει το πλεόνασμα θράσους του. Αποδεικνύει το πλεόνασμα απραξίας του. Αποδεικνύει το γεγονός ότι εκτέλεσε μόλις το 12,50% των προϋπολογισμένων από τη δική του διοίκηση έργων!!!
Scripta manent. Τα γραπτά παραμένουν. Και είναι και μαρτυριάρικα. Η Αττική μας είχε μια διοίκηση που έχει να επιδείξει έργα βιτρίνας, ανάπλασης δρόμων και πλατειών. Έργα καλλωπιστικά. Και όχι έργα κοινωνικά ή έργα υποδομής, που τόσο έχει ανάγκη η Αττική, που τόσο έχουμε ανάγκη όλοι μας.
Εν έτει 2014, με μια δυνατή βροχή το λεκανοπέδιο πνίγεται, καταστρέφονται περιουσίες, απειλούνται ζωές. Και τούτο γιατί ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί, ως όφειλε, ο αντιπλημμυρικός σχεδιασμός.
Όπως δεν έχει ολοκληρωθεί και το αποχετευτικό σύστημα. Ή δεν υπάρχει ένα νέο μοντέλο διαχείρισης των απορριμμάτων, μακριά από φαραωνικές εγκαταστάσεις που και κοστίζουν στον πολίτη και καταστρέφουν το περιβάλλον. Έλλειμμα κοινωνικής πολιτικής, έλλειμμα υποδομών χαρακτηρίζουν λοιπόν την Περιφέρεια Αττικής. Μα πάνω από όλα, έλλειμμα σχεδιασμού για το τι είδους πόλεις θέλουμε. Έλλειμμα που δεν έτυχε αλλά πέτυχε. Έλλειμμα που αποτυπώνεται ανάγλυφα στις περιπέτειες και τελικά στην δρομολογημένη εξαφάνιση του Ρυθμιστικού Σχεδίου της Αθήνας – Αττικής.
Όπως φαίνεται και από την απόφαση του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης για… κατάργηση οργανισμών όπως ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Αθήνας και η Ενοποίηση Αρχαιολογικών Χώρων Αθήνας, οργανισμών που λειτουργούσαν ως εν δυνάμει δημοκρατικές δικλείδες για τον σχεδιασμό.
Δηλαδή δεν έχουμε να κάνουμε με τυχαίες αποφάσεις. Αλλά με συγκεκριμένες μνημονιακές πρόνοιες, όπως αυτές προβλέπονται ως όροι στο πλαίσιο του νέου προγράμματος οικονομικής πολιτικής. Μιας πολιτικής που προωθεί άρδην την ιδιωτικοποίηση δημόσιων χώρων και υποδομών.
Έτσι, συγκεκριμένα, στις υποχρεώσεις του Υπουργείου Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, συμπεριλαμβάνεται η υποχρέωση της μεταρρύθμισης του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού.
Και με τη λέξη «μεταρρύθμιση» εννοείται «η εξασφάλιση μεγαλύτερης ευελιξίας στην αξιοποίηση ακινήτων για ιδιωτικές επενδύσεις και η απλούστευση και επιτάχυνση χωροταξικών σχεδίων».
Καταλαβαίνουμε όλοι τι σημαίνουν αυτές οι λέξεις: ευελιξία για τις κατ’ ευφημισμό επενδύσεις και απλούστευση και επιτάχυνση χωροταξικών σχεδίων. Εκείνο που ενδιαφέρει είναι η θεσμοθέτηση μιας άνευ όρων και ορίων «ελαστικότητας» προκειμένου να διευκολυνθούν πάσης φύσεως ληστρικά συμφέροντα.
Να υπογραμμίσουμε εδώ ότι τα μέχρι σήμερα προβλήματα δεν οφείλονταν τόσο στις αδυναμίες του υφιστάμενου χωρικού σχεδιασμού αλλά στο γεγονός της μη εφαρμογής του, της απαξίωσής του, λόγω έλλειψης συγκεκριμένης πολιτικής βούλησης. Εξ’ ου και η απόλυτα ρητορική, στα χαρτιά επανάληψη της έννοιας της αειφόρου ανάπτυξης.
Σήμερα, όμως, η ανάγκη αλλαγής αυτής της υπάρχουσας επί δεκαετίες στρεβλής κατάστασης, χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για την εγκαθίδρυση μιας φιλοσοφίας που εξυπηρετεί ξεδιάντροπα τα συμφέροντα των δανειστών. Το Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης καθίσταται άδειο κέλυφος. Χωρίς δεσμευτικό χαρακτήρα. Απλή έκθεση ιδεών. Ένα φύλο συκής που δεν κρύβει τη ζοφερή πραγματικότητα. Ότι, δηλαδή, χωρίς δεσμευτικό Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο, καταργείται ουσιαστικά ο χωροταξικός σχεδιασμός.
Πλέον δεν υπάρχει καν ανάγκη να τηρούνται έστω και τα προσχήματα: τα ιδιωτικά συμφέροντα θα μπορούν να αναπτύσσονται επιβάλλοντας τους όρους και τις απαιτήσεις τους για μέγιστη κερδοφορία σε βάρος των απόψεων των φορέων, των επιστημόνων, των κοινωνιών. Ο «επενδυτής» καθίσταται έτσι ο ανώτατος νομοθέτης, ο ανώτατος κριτής.
Τέλος, η δυνατότητα προσφυγής των πολιτών στο ΣτΕ, γιατί απλά δεν θα υπάρχει η σχετική νομική βάση. Έτσι θα αποφεύγονται οι καθυστερήσεις στις επενδύσεις. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το περιβάλλον και την ποιότητα ζωής στο Λεκανοπέδιο…
Γιατί το νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο, αγνώριστο κατάλοιπο εκείνου του 1985, βάζει ουσιαστικά ταφόπλακα στα ρυθμιστικά σχέδια. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μη σχέδιο. Αποδεικνύοντας ότι μία χρεοκοπημένη αποικία, όπως είναι σήμερα η Ελλάδα, πρέπει να απολέσει, πέραν της οικονομικής της δυνατότητας, και τη δυνατότητα διαφύλαξης του φυσικού της περιβάλλοντος.
Ο νόμος σε ό,τι αφορά στη χωροταξία και το περιβάλλον είναι πλέον αυτός του αποικιοκράτη – επενδυτή. Έτσι, τα κρίσιμα διακυβεύματα για τη λειτουργία μίας πόλης, όπως λόγου χάρη η διαχείριση των απορριμμάτων, η διαχείριση της δόμησης, αυθαίρετης και μη, τα μεγάλα έργα μεταφορών, τα ενεργειακά πάρκα, και άλλα, δεν θα αποτελούν σημεία αναφοράς στο πλαίσιο συνολικού σχεδιασμού. Αλλά θα γίνουν αντικείμενα επιμέρους αντιμετώπισης ανάλογα με τα συμφέροντα των επενδυτών.
Με δύο λόγια: το προωθούμενο προς ψήφιση Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας – Αττικής, αυτό ακριβώς που πέρασε κατά πλειοψηφία από το Περιφερειακό Συμβούλιο στις αρχές Φεβρουαρίου φέτος, η απερχόμενη Διοίκηση, είναι προσχηματικό, δεν δεσμεύει, δεν ρυθμίζει, τροποποιείται πανεύκολα, ελέγχεται από τα πάνω και δεν παρακολουθείται από τα κάτω, ενώ λειτουργεί στη λογική της τσιμεντο-ανάπλασης.
Η βασική όσο και καταστροφική του επιλογή, συνίσταται στην επιστροφή στην πολιτική των αναπτυξιακών αξόνων αντί των πόλων. Αξόνων που ταυτίζονται, κάθε άλλο παρά τυχαία βέβαια, με οδικούς άξονες που κατακερματίζουν το στόχο της συμπαγούς πόλης.
Φίλες και φίλοι,
Αν αφήσουμε αυτή την εξέλιξη να ολοκληρωθεί, θα βρεθούμε σύντομα μπροστά σε πόλεις – φρούρια, γεμάτες τεράστια εμπορικά κέντρα στο πλαίσιο ενός νεοφιλελεύθερου υποδείγματος, χωρίς ίχνος κοινωνικής παροχής. Χωρίς ίχνος δημόσιου χώρου.Μέσα από την εκχώρηση προς δήθεν «αξιοποίηση» ακόμη και κομματιών της ιστορίας και του πολιτισμού των πόλεων.
Το πρόσφατο παράδειγμα των Προσφυγικών της Αλεξάνδρας είναι χαρακτηριστικό.
Φίλες και φίλοι,
Για την Περιφέρεια Αττικής διεκδικούμε έναν συνολικό, ουσιαστικό και δημοκρατικά διευρυμένο, ρυθμιστικό σχεδιασμό. Έναν σχεδιασμό – τριπλό εργαλείο: ανάπτυξης, καταπολέμησης των κοινωνικών ανισοτήτων και προστασίας του περιβάλλοντος. Και παράλληλα έναν σχεδιασμό – ασπίδα της ιστορίας, της παράδοσης και της απαράμιλλης πολιτιστικής κληρονομιάς της Αττικής.
Για την υλοποίηση του ρυθμιστικού αυτού σχεδιασμού απαιτείται η ανασύσταση ενός αυτόνομου φορέα όπως ήταν ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας, υπό την εποπτεία και καθοδήγηση της Περιφέρειας, με διεύρυνση της συμμετοχής της και συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών. Δηλαδή φορέων, κινημάτων, τόσο στη φάση της κατάρτισης όσο και παρακολούθησης της εφαρμογής του σχεδιασμού.
Άρρηκτα συνδεδεμένη με το νέο φορέα, είναι και η λειτουργία ενός Παρατηρητήριου για καταγραφή των χωρικών δεδομένων που θα τροφοδοτεί τον σχεδιασμό.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, επείγει για την Περιφέρεια Αττικής ο σχεδιασμός ενός νέου ρυθμιστικού σχεδίου που θα εξυπηρετεί συνολικά και κοινωνικά δίκαια την ανάπτυξη. Και τούτο γιατί ελλείψει νέου Ρυθμιστικού Σχεδίου, η Αττική είναι και θα παραμείνει η μόνη Περιφέρεια της Χώρας χωρίς Περιφερειακό Χωροταξικό Πλαίσιο. Η υπεράσπιση των κοινών και των πόρων - φυσικών παραγωγικών και κοινωνικών-, προς όφελος όλων των κατοίκων της Αττικής, στο πλαίσιο του προτύπου παραγωγικής ανασυγκρότησης και των αδιαπραγμάτευτων όρων προστασίας του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος και τοπίου, οφείλει να είναι η κεντρική ιδέα ενός νέου ρυθμιστικού σχεδίου, στον αντίποδα ακριβώς του σημερινού.
Έτσι, με δεδομένη τη σημερινή κοινωνικο-οικονομική κρίση, εν συντομία, οι βασικές κατευθύνσεις πρέπει να είναι:
• Η τόνωση της κεντρικότητας και η ανάσχεση της αστικής διάχυσης στην πολύτιμη και πεπερασμένη εξωαστική γη,
• Η άμβλυνση των χωροκοινωνικών ανισοτήτων για το σύνολο της Περιφέρειας,
• Η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, αστικού και εξωαστικού,
• Η χωρική εξειδίκευση του προτύπου παραγωγικής ανασυγκρότησης της Αττικής σε όλους τους τομείς. Με έμφαση σ’ εκείνους που έχουν πληγεί σοβαρότερα απ’ την κρίση ή αναδεικνύονται ως προνομιακοί για την έξοδο απ’ αυτήν, κυρίως με κριτήριο την άμεση δημιουργία αντικειμένου και θέσεων απασχόλησης αλλά και τη βιωσιμότητα των εγχειρημάτων. Για παράδειγμα τομείς όπως το αγροτοδιατροφικό σύμπλεγμα σε συνδυασμό με εμπόριο και τουρισμό, ο κατασκευαστικός, με έμφαση σε επιχειρήσεις και έργα μικρής κλίμακας, η έρευνα και η εκπαίδευση, η πολιτιστική παραγωγή, κ.α.
Φίλες και φίλοι,
Με τη σημερινή μας πρώτη παρουσίαση ενός νέου Ρυθμιστικού Σχεδίου για την Περιφέρεια Αττικής, αρχίζουμε τον αγώνα μας για τη μάχη των μαχών. Την Περιφέρεια Αττικής. Μια μάχη στην οποία δεν περισσεύει κανείς.
Αρχίζουμε σήμερα τον αγώνα για το αύριο. Αρχίζουμε σήμερα με γνώση των δυσκολιών, αλλά και με αισιοδοξία, Γιατί η μάχη για την Περιφέρεια της Αττικής είναι πρωτίστως μάχη για τη συμμετοχή των πολιτών, μάχη για τη Δημοκρατία. Μάχη που πρέπει να κερδηθεί. Και θα κερδηθεί. Για την κοινωνία και τις ανάγκες της, με τους πολίτες, από τους πολίτες, για τους πολίτες!»
.
ΕΡΙ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΟΥ
Η σημερινή παρουσίαση είναι η πρώτη μιας σειράς που θα ακολουθήσει, στο πλαίσιο της προσπάθειας μας να επικοινωνήσουμε τον προβληματισμό και τις θέσεις μας για κρίσιμα και κομβικά ζητήματα που αφορούν την αυτοδιοίκηση, να μιλήσουμε επί της ουσίας και να μη ξοδευτούμε αποκλειστικά σε προεκλογικά συνθήματα.
Στις μέρες μας οι λέξεις δεινοπαθούν από την κατάχρηση που υφίστανται. Ανάπτυξη, εκσυγχρονισμός, μεταρρύθμιση, ελευθερία, κ.ο.κ. .
Και εν προκειμένω σχεδιασμός.
Σχεδόν συκοφαντημένες, δεν μας επιτρέπεται πλέον να τις χρησιμοποιήσουμε χωρίς ανάλυση της κατάστασης και σύνθεση των στόχων μας που θα τις ανανοηματοδοτήσει.
Ένα θεμελιώδες ζήτημα της εποχής των μνημονίων – όπως θα καταγραφεί ιστορικά – είναι ο σχεδιασμός και θα επιχειρήσουμε να αναδείξουμε γιατί και με ποιο τρόπο είναι υπό διωγμό και την ανάγκη που υπάρχει για την ιεράρχησή του στη λίστα των προτεραιοτήτων μας. Αν και πόσο αποτελεί αρμοδιότητα και της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης και ποιες είναι οι πολιτικές διαστάσεις του.
Είναι πτυχές που αν ξεδιπλωθούν θα μπορούν να φωτιστούν οι λόγοι της εσκεμμένης αποσύνδεσης των αυτοδιοικητικών από τα κεντρικά πολιτικά ζητήματα. Το γιατί ενώ η αυτοδιοίκηση καλείται να πάρει πλείστες όσες αποφάσεις σχετικά με αυτόν, αυτοί που στην πραγματικότητα λειτουργούν ή προτίθενται να λειτουργήσουν ως εκτελεστικός βραχίονας της σημερινής συγκυβέρνησης επιχειρούν συστηματικά την αποπολιτικοποίηση τους. Και με τη βοήθεια των ΜΜΕ, παρόλο που ο λόγος ρέει ακατάπαυστα, επειδή τα «κανάλια» του είναι ελεγχόμενα, κυριαρχεί είτε ο νόμος της σιωπής είτε της παραπληροφόρησης.
Για την πλειοψηφία των πολιτών, είναι δύσκολο να συνθέσει όσα συμβαίνουν με αποσπασματικό τρόπο βάλλοντας διαφορετικό στόχο κάθε φορά και να συλλάβει τη συνολική εικόνα. Η κρίση μας αιφνιδίασε και δεν είχαμε τα εργαλεία για να επεξεργαστούμε τις αλλαγές ακόμα και σε πιο απλά ζητήματα, που ο καθένας τις αντιλαμβάνεται αφού έχουν πλήξει άμεσα τη ζωή του. Πόσο μάλλον σε ζητήματα εξειδικευμένα όπως το ρυθμιστικό σχέδιο της Αθήνας – Αττικής, η χωροταξική μεταρρύθμιση, η κατάργηση οργανισμών όπως ο ΟΡΣΑ και η ΕΑΧΑ (Ενοποίηση Αρχαιολογικών Χώρων Αθήνας), στα οποία θα αναφερθούμε σήμερα, αφού αποτελούν τους καθοριστικούς συντελεστές για έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό.
Όλα αυτά συνδέονται μεταξύ τους σαν ψηφίδες του ίδιου παζλ. Αν διατηρήσουν το σχήμα τους, βελτιώσουν τη φυσιογνωμία τους και συνδεθούν σωστά, έχουμε την εικόνα της τέλειας εργαλειοθήκης για να σχεδιάσουμε το μέλλον μας. Σε κάθε άλλη περίπτωση, σβήνοντας και αποσυνδέοντάς τες, καταργούμε τον σχεδιασμό, κόβοντας και όλους τους δρόμους που οδηγούν στην ανάπτυξη. Ανάπτυξη χωρίς σχεδιασμό δεν νοείται και αναφέρομαι σε αυτήν μιας και είναι το κυρίαρχο πρόταγμα των ημερών και κοινός παρονομαστής όλων των προεκλογικών και μη εξαγγελιών, ανεξαρτήτως ιδεολογίας.
Ας πάρουμε λοιπόν τα πράγματα από την αρχή:
Ως μνημονιακός όρος, στο πλαίσιο του νέου προγράμματος οικονομικής πολιτικής, στις υποχρεώσεις του ΥΠΕΚΑ, συμπεριλαμβάνεται η υποχρέωση της μεταρρύθμισης του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού.
Ο λόγος αυτής της μεταρρύθμισης, όπως ακριβώς είναι διατυπωμένος είναι «η εξασφάλιση μεγαλύτερης ευελιξίας στην αξιοποίηση ακινήτων για ιδιωτικές επενδύσεις και η απλούστευση και επιτάχυνση χωροταξικών σχεδίων».
Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, προτείνεται ένα μοντέλο του οποίου η ουσιαστική διαφορά από το υπάρχον, έγκειται κατά κύριο λόγο στην κατάργηση του δεσμευτικού χαρακτήρα του σχεδιασμού στο όνομα της περιώνυμης «ευελιξίας» και της υπέρβασης «των αγκυλώσεων» που υποτίθεται πως θέτει ο σχεδιασμός. Με τον τρόπο αυτό, όχι μόνο δεν δημιουργείται καθεστώς ασφάλειας δικαίου για επενδύσεις, αλλά, αντίθετα, θεσμοθετείται η μια άνευ όρων «ελαστικότητα» που διευκολύνει ενδεχομένως ad hoc επιλογές για την εξυπηρέτηση συμφερόντων.
Πρέπει να πούμε πως τα μέχρι σήμερα προβλήματα, δεν οφείλονται τόσο στις αδυναμίες του υφιστάμενου χωρικού σχεδιασμού, όσο στη μη εφαρμογή του, στην απαξίωσή του. Χωροταξικός ή πολεοδομικός σχεδιασμός και αναπτυξιακός προγραμματισμός, έχουν λειτουργήσει ασύνδετα και ελλιπέστατα και βάσει ενός συγκεντρωτικού μοντέλου που εξακολουθεί να λειτουργεί και μετά τον «Καλλικράτη». Αρκεί να δούμε τους φορείς κατάρτισης κι έγκρισης, των σχεδίων όλων των επιπέδων χωρικής οργάνωσης.
Μέχρι σήμερα, οι αλληλοσυγκρουόμενες κατευθύνσεις, η έλλειψη συνέργειας των αρμόδιων υπουργείων, η επικρατούσα σύγχυση, δεν δημιούργησαν ούτε όρους και κατευθύνσεις ανάπτυξης και προστασίας ούτε ασφαλές επενδυτικό περιβάλλον. Ο χωρικός σχεδιασμός δεν ελαμβάνετο πρακτικά υπ’ όψιν, ούτε κατά την κατάρτιση ούτε κατά την υλοποίηση προγραμμάτων. Τα ΚΠΣ, τα ΕΠΠΕΡΑΑ ή το ΕΣΠΑ δεν προσαρμόστηκαν σε αυτόν. Αντίθετα, σ’ αυτά εντάχθηκαν έργα και επιλογές στις οποίες ώφειλε να προσαρμοστεί αναθεωρούμενος κατάλληλα ο σχεδιασμός. Υπήρχε ασυμβατότητα μεταξύ των ειδικών πλαισίων, κανονιστικές διατάξεις εξυπηρετούσαν συγκυριακές πολιτικές επιλογές , συγκρούσεις χρήσεων γης δημιουργούσαν αναρχία, περιβαλλοντική υποβάθμιση και κοινωνικές εντάσεις.
Βασικός άξονας που διαπερνά διαχρονικά την ιστορία του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού στη χώρα μας, ήταν η έλλειψη πολιτικής βούλησης για την εφαρμογή του. Η σύγκρουση συμφερόντων και οι πιέσεις που ασκούνταν είχαν σαν αποτέλεσμα τη μη εφαρμογή οργανωμένων σχεδιασμών και τον εξευτελισμό της έννοιας της αειφόρου ανάπτυξης που καταχρησιμοποιήθηκε ρητορικά χωρίς αντίκρισμα.
Και, σήμερα, στο πλαίσιο της εφαρμογής των πολιτικών των μνημονίων, οι τρέχουσες ανάγκες της χώρας, περιγράφονται από τους όρους και τις προϋποθέσεις που επιβάλλουν οι δανειστές, στον αντίποδα των πραγματικών. Με όχημα και πρόσχημα τα προβλήματα που χρήζουν πράγματι αλλαγών, αυτές θα γίνουν στην αντίθετη κατεύθυνση.
Η δημιουργία φιλοεπιχειρηματικού περιβάλλοντος ξαφνικά προϋποθέτει, όχι ό,τι μέχρι σήμερα αντιλαμβανόμασταν, δηλ. ένα σταθερό περιβάλλον με συγκεκριμένους και σαφείς κανόνες σε όλους τους τομείς, αλλά τη δυνατότητα να καταστρατηγούνται για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των επιχειρηματιών.
Έτσι, το Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης αντικαθίσταται με κείμενο ιδεών που δεν είναι πλέον δεσμευτικό. Σε κατευθυντήρια υποβιβάζονται και τα Ειδικά Πλαίσια που αφορούν τις Υδατοκαλλιέργειες, τον Τουρισμό, της Βιομηχανίας, των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και των Καταστημάτων Κράτησης. Εμείς, αντίθετα, θεωρούμε ότι το Γενικό Πλαίσιο πρέπει να παραμείνει και να ενδυναμωθεί, να λειτουργήσει δεσμευτικά για τα Ειδικά και τα Περιφερειακά Πλαίσια, που οφείλουν να είναι συμβατά μεταξύ τους, και να εκφράζει το σαφώς διατυπωμένο πρότυπο της ανάπτυξης της χώρας.
Τα Περιφερειακά Πλαίσια ανακηρύσσονται σε δεύτερο επίπεδο και αφομοιώνουν πλέον τα Ρυθμιστικά Σχέδια (ενώ οι Οργανισμοί τους καταργούνται) και χάνουν με τη σειρά τους το δεσμευτικό χαρακτήρα τους. Χαρακτηριστικό των προθέσεων είναι το γεγονός ότι τα Ρυθμιστικά Σχέδια Αθήνας και Θεσσαλονίκης σκοπεύουν να τα υποβιβάσουν θεσμικά από νόμο σε ΚΥΑ.
Προτεραιότητα των περιφερειακών πλαισίων πρέπει σαφώς να είναι η ανάπτυξη, η ανάλογη των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της κάθε περιφέρειας και των βασικών τομέων της οικονομίας της, που σε καμία περίπτωση όμως δεν ισοδυναμεί με την χωρίς όρους και περιορισμούς χωροθέτηση δραστηριοτήτων ή επενδύσεων. Αποκέντρωση και δεσμευτικότητα είναι απαραίτητες για αυτό το επίπεδο σχεδιασμού.
Το τρίτο επίπεδο σχεδιασμού αφορά τα Τοπικά ή Δημοτικά Πλαίσια που αντικαθιστούν τα Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια (ΓΠΣ) και αυτό που ήταν το τελευταίο επίπεδο του υφιστάμενου πλαισίου, η Πολεοδομική μελέτη, χωρίζεται σε δυο επίπεδα: το Σχέδιο Χρήσεων Γης που είναι το μόνο που έχει κανονιστικό χαρακτήρα και το Ρυμοτομικό Σχέδιο,
Όμως, χωρίς δεσμευτικό ΓΠΣ, με σχέδιο χρήσεων γης (ή τοπικών ρυθμίσεων) αντιλαμβανόμαστε πως πράγματι καταργείται ο χωροταξικός σχεδιασμός. Οι «τοπικές ρυθμίσεις» κατά περίπτωση και χωρίς δεσμευτικό υπερκείμενο σχεδιασμό, στην κυριολεξία τρομάζουν. Ότι αποτελούσε για χρόνια την αιτία της αναρχίας, των καθυστερήσεων και της αυθαιρεσίας νομιμοποιείται, απαλλάσσεται από περιορισμούς για να λειτουργήσει απελευθερωμένα χωρίς την ανάγκη τήρησης προσχημάτων.
H μεταρρύθμιση αυτή λοιπόν δεν είναι παρά η θεσμική κάλυψη της ελεύθερης χωροθέτησης επενδύσεων, στο ίδιο πνεύμα με τα φιλοεπενδυτικά νομοσχέδια και το fast track, η έκφραση της επιθυμίας και η δημιουργία προϋποθέσεων για την εκπλήρωση, της άναρχης μεγέθυνσης και της εξυπηρέτησης συμφερόντων. Aίρει τους περιορισμούς της υπάρχουσας νομοθεσίας και παρακάμπτει θέσεις και απόψεις φορέων, επιστημόνων και τις αντιδράσεις της κοινωνίας, ώστε τα πάντα να χωροθετούνται παντού, ανάλογα με τον επενδυτή, αρκεί να το εγκρίνει ο τοπικός άρχων ή ο εκάστοτε υπουργός. Χωρίς δεσμεύσεις που απορρέουν από σχεδιασμό.
Όταν προέκυψε η προσπάθεια απομείωσης της σημασίας του Ρυθμιστικού Σχεδίου, της κατάργησής του ως διακριτού επιπέδου σχεδιασμού και του θεσμικού του υποβιβασμού από νόμο του κράτους σε ΚΥΑ, μέσω της μεταρρύθμισης, είχε ήδη αποσυρθεί, την τελευταία στιγμή αφού διατυπώθηκαν ενστάσεις ως προς το πνεύμα της η πρόταση του ΟΡΣΑ του 2011 για την Αθήνα – Αττική, της οποίας η έγκριση της ΣΜΠΕ θα ερχόταν ως θέμα του Περιφερειακού Συμβουλίου και ήμασταν πλέον σε αναμονή του νέου πονήματος, το οποίο όπως διέρρεε θα ήταν σε πιο φιλοεπενδυτική κατεύθυνση.
Κι εντέλει ήρθε το νέο ρυθμιστικό, το οποίο εκπονήθηκε από το νέο επιτελείο του ΟΡΣΑ, που προέκυψε μετά την παραίτηση της Εκτελεστικής Επιτροπής του Οργανισμού με πρόεδρο τον Γ. Πολύζο. Μαζί με το υπαγορευμένο -κατά την άποψη μας- Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο, αναγγέλθηκε και η ημερομηνία λήξης της λειτουργίας του οργανισμού αμέσως μετά τη θεσμοθέτηση του.
Για να αντιληφθούμε τι ακριβώς σημαίνει αυτό το Ρυθμιστικό, πρέπει να κάνουμε μια σύντομη αναδρομή.
Συνολικό ρυθμιστικό σχέδιο η Αθήνα απέκτησε μόλις το 1985, ως αποτέλεσμα πολυετών συζητήσεων για το πρότυπο ανάπτυξης της πρωτεύουσας απέναντι σε ορισμένα τετελεσμένα της εποχής: την ανάσχεση της δημογραφικής έκρηξης της πρωτεύουσας, τις τάσεις ασχεδίαστης επέκτασής της πέραν των ορίων του Λεκανοπεδίου και τις πιέσεις που αυτή έθετε σε ανάγκες υποδομών, και την εντεινόμενη περιβαλλοντική υποβάθμιση, ιδιαίτερα στις κεντρικές περιοχές.
Αυτό το ρυθμιστικό, με τα όποια κενά ή αδυναμίες, είχε στόχο και όραμα αλλά η ουσιαστική καταστρατήγηση του άρχισε σχεδόν ταυτόχρονα με την ψήφιση του, κι αυτό δεν οφειλόταν σε προβλήματα αναποτελεσματικότητας του συστήματος σχεδιασμού ή σε κενά του νόμου. Χαρακτηριστικές ανατροπές της φιλοσοφίας του ΡΣΑ του 1985 (που, με την όποια ακυρωμένη επί της ουσίας μορφή του, ισχύει ακόμα και σήμερα) είναι η απόφαση χωροθέτησης του νέου αεροδρομίου στα Σπάτα σε απόλυτη αντίθεση με το πνεύμα συγκράτησης της ανάπτυξης εντός του Λεκανοπεδίου και, περαιτέρω, τα οδικά και ολυμπιακά έργα εντός κι εκτός Λεκανοπεδίου που αποφασίστηκαν εν πολλοίς ερήμην του ΡΣΑ.
Έτσι, ο ρόλος του ΡΣΑ του 85 συρρικνώθηκε στο να λειτουργεί μόνο ως ανάχωμα σε ορισμένες περιπτώσεις προσφυγής στο ΣτΕ, κυρίως για περιβαλλοντικούς λόγους. Ρόλος καταλυτικός σε αρκετές περιπτώσεις.
Ήδη απ’ τα μέσα της δεκαετίας του 90, αλλά πολύ εντατικότερα με την Ολυμπιάδα, σε κυρίαρχο πρόταγμα ανάγεται πλέον και για την Αθήνα, ο διεθνής της ρόλος και η θέση της στον παγκόσμιο ανταγωνισμό των πόλεων. Στο μεταξύ οι πρώην μικρές και μεσαίες οικοδομικές επιχειρήσεις που διαχρονικά συνιστούσαν την περίφημη «ατμομηχανή» της ελληνικής οικονομίας γιγαντώθηκαν σε μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες, εταιρείες ανάπτυξης ακινήτων, σε συνεργασία με τραπεζικά κεφάλαια εσωτερικού και εξωτερικού. Η δυνατότητα αυτών των σχημάτων πια να υπαγορεύουν πολιτικές για τον χώρο, εκβιάζοντας πολιτική ηγεσία ή και τοπικές κοινωνίες, πολλαπλασιάστηκε.
Το 2009, κατατίθεται η πρώτη ουσιαστική πρόταση αναθεώρησης του ΡΣΑ του 1985 έτσι ώστε να ενσωματώσει αυτό το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα. Πρόκειται για την πρόταση Σουφλιά του ΥΠΕΧΩΔΕ, η οποία έμεινε στα χαρτιά λόγω εκλογών. Εκείνο το σχέδιο, δέχθηκε κριτική σχεδόν από όλο το φάσμα του επιστημονικού κόσμου αφενός για τη νομιμοποίηση που έδινε στο νεοφιλελεύθερο πρότυπο στα θέματα της αστικής ανάπτυξης, πρότυπο που στο μεταξύ είχε ήδη αποδειχθεί επιζήμιο όχι μόνο για την κοινωνία και το περιβάλλον αλλά και για την οικονομία, αφετέρου για τις εσωτερικές του αντιφάσεις ανάμεσα σε στρατηγικούς στόχους όπως «η συμπαγής πόλη» και σε μέτρα όπως τα δεκάδες χιλιόμετρα νέων αυτοκινητόδρομων στην περιαστική γη της Αττικής που κατεξοχήν θα υπονόμευαν τον παραπάνω στόχο και θα διευκόλυναν την περαιτέρω διάχυση της πόλης με τα συνακόλουθα τεράστια κόστη για την κοινωνία, την οικονομία (δηλαδή τον κρατικό προϋπολογισμό) και το περιβάλλον.
Η πρόταση του ΟΡΣΑ του ’11 -που ίσα που πρόλαβε να φτάσει στα χέρια μας-, παρά την κριτική που θα μπορούσε να της ασκήσει κανείς λόγω της αοριστίας και των αντιφάσεών που προοιώνιζαν την επανάληψη της ιστορίας του ΡΣ ’85, σε επίπεδο στόχων και αξόνων ήταν σε καλή κατεύθυνση. Παρά την αλλαγή ηγεσίας του υπουργείου και την εμπλοκή κατά τα τελευταία στάδια σύνταξής του, του νέου υπουργού (Γ. Παπακωνσταντίνου), οι παρεμβάσεις του δεν ήταν ικανές να αλλάξουν τελείως το πνεύμα του και, ίσως και γι’ αυτό, το σχέδιο τελικά δεν θεσμοθετήθηκε.
Το νέο όμως ΡΣ που είναι προς ψήφιση, είναι ουσιαστικά ο επίλογος του κύκλου της ζωής των ρυθμιστικών. Με δεδομένο ότι πρόκειται για ένα ρυθμιστικό μη σχέδιο, αναρωτιέται κανείς γιατί άραγε να χρειάζεται. Ίσως μόνο για να κλείσει όλα τα ζητήματα ή προβλήματα που μπορεί ακόμα να δημιουργήσει ό,τι απέμεινε απ’ το παραμορφωμένο ΡΣΑ του 85. Ακυρώνει ό,τι επιβιώνει ως περιορισμός για να μην καθυστερούν έργα με καταγγελίες στο ΣΤΕ. Υποβιβάζεται τη στιγμή που είναι πιο απαραίτητο από ποτέ, καθώς έχουν αναδειχθεί με δραματικό τρόπο όλες οι αντιφάσεις που αφορούν τη σύγκρουση ανάμεσα στην οικονομική ανάπτυξη των πόλεων και την ανάγκη υποστήριξης της κοινωνικής συνοχής, ή την ανάγκη μείωσης του οικολογικού αποτυπώματος, διαφύλαξης της βιοποικιλότητας και του περιβάλλοντος και εξοικονόμησης και παραγωγής πράσινης ενέργειας.
Με δεδομένο ότι σε χώρες του Ευρωπαϊκού Κέντρου υπάρχει αναπτυγμένη εμπειρία και διαχείριση τέτοιων ζητημάτων ακόμα και εντός του ίδιου νεοφιλελεύθερου υποδείγματος, στην περίπτωση της «χρεωμένης» χώρας μας, η προσαρμογή στο πρότυπο γίνεται με όρους επαρχίας-αποικίας, κάτι που αντανακλάται ξεκάθαρα στις κατευθύνσεις που προδιαγράφει για τον σχεδιασμό ο ίδιος ο Εφαρμοστικός νόμος του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Προσαρμογής. Ολη η νομολογία των τελευταίων ετών για τις επενδύσεις, το περιβάλλον, τους τρόπους αδειοδότησης, τους κατά παρέκκλιση του ισχύοντος σχεδιασμού ευνοϊκούς όρους για τους μεγαλοεπενδυτές και τόσα άλλα, συνιστά μια τεράστια θεσμική ανατροπή. Γίνεται κανόνας η έλλειψη κανόνων και νόμος το α λα καρτ. Έτσι, μεγάλα ζητήματα στη λειτουργία της πόλης όπως η διαχείριση των απορριμμάτων, η διαχείριση της δόμησης αυθαίρετης και μη, οι κεραίες κινητής τηλεφωνίας, τα ενεργειακά πάρκα, τα μεγάλα έργα μεταφορών, κ.ά. θα τύχουν επιμέρους αντιμετώπισης σύμφωνα με το πώς βολεύει τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα. Αντί για όραμα και κατευθύνσεις, θα έχουμε σημειακές και τοπικές παρεμβάσεις, νησίδες καθεστώτος «κατ’ εξαίρεση».
Η - εκφρασμένη στις αποφάσεις του - βούληση του εκάστοτε υπουργού, θα τον καθιστά αποκλειστικό ρυθμιστικό παράγοντα του σχεδιασμού του μέλλοντός μας αφού όλα όσα θεωρούνται μέτρα, δηλ. έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα, συμπεριλαμβάνονται στο Παράρτημα κι όχι στο σώμα του νόμου. Και για την τροποποίηση του Παραρτήματος θα απαιτείται πλέον απλή υπουργική απόφαση κι όχι ΠΔ όπως ίσχυε μέχρι τώρα.
Το νέο ΡΣΑ είναι προσχηματικό, δεν δεσμεύει, δεν ρυθμίζει, τροποποιείται πανεύκολα, ελέγχεται από πάνω και δεν παρακολουθείται από κάτω.
Αυτή η οπισθοδρόμηση όχι μόνο δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις χωρικές επιπτώσεις της κρίσης, αλλά επιβάλλεται προκειμένου να προωθηθούν οι πολιτικές μνημονιακού τύπου που είναι στην ίδια καταστροφική κατεύθυνση των προ μνημονίων πολιτικών και των έργων τους, όπως τα Ολυμπιακά. Πολιτικές με κατεύθυνση προς την υποτίμηση γης και κτηρίων, την υποτίμηση της εργασίας, την αρπαγή της δημόσιας και της ιδιωτικής περιουσίας, τους πλειστηριασμούς κοκ, που για την εφαρμογή τους δημιουργείται το απαραίτητο νομικό πλαίσιο που απελευθερώνει επιλεκτικά την επιχειρηματικότητα και περιορίζει το ρόλο του κράτους σε ρόλο-σφραγίδα.
Το νέο σχέδιο, χωρίς να αναγνωρίζει την κρίση, πατώντας σε δύο βάρκες δύο διαφορετικών φιλοσοφιών, με τροποποιήσεις και προσθαφαιρέσεις των δύο προηγούμενων, είναι ένα ασύστατο νομοθέτημα, αποτέλεσμα κοπτοραπτικής που επικυρώνει και νομιμοποιεί το άλλα λέμε κι άλλα κάνουμε.
Ενδεικτικά αναφέρουμε χαρακτηριστικές επιλογές ή μη επιλογές του νέου σχεδίου: Έμφαση αποδίδεται στην εντατική αξιοποίηση των κάποτε «προσωρινών» εγκαταστάσεων των Ολυμπιακών Αγώνων, έμφαση αποδίδεται στην επέκταση βιομηχανικών και εμπορικών επιφανειών στην περιαστική γη χωρίς όρους και όρια. Έμφαση αποδίδεται στον τουρισμό κλίμακας στον οποίο θυσιάζονται οι πιο πολύτιμες παράκτιες ζώνες της Αττικής με αιχμή το μέτωπο του Σαρωνικού και το μεγάλο «φιλέτο» του Ελληνικού μαζί με την παραλία του Αγίου Κοσμά. Αντίθετα, απαλείφεται κάθε αναφορά σε ζητήματα κοινωνικής συνοχής, σε μηχανισμούς αναδιανομής της υπεραξίας από την ανάπτυξη, σε προστασία της περιαστικής γης με μέτρα προστασίας περιβάλλοντος και βιοποικιλότητας ή στήριξης της γεωργικής παραγωγής, ή με μέτρα έστω σταδιακού περιορισμού της εκτός σχεδίου δόμησης. Οι τομείς που φαίνονται πιο επεξεργασμένοι, όχι τυχαία, είναι οι τομείς του τουρισμού και της υγείας, πράγμα οξύμωρο σε μια συγκυρία υποβάθμισης της τουριστικής υποδομής και κίνησης στην Αττική και ολοκληρωτικής κατάρρευσης του υπάρχοντος συστήματος υγείας και πρόνοιας.
Βασική όμως επιλογή είναι η επιστροφή στην πολιτική των αναπτυξιακών αξόνων αντί των πόλων. Αξόνων που εν πολλοίς ταυτίζονται με οδικούς άξονες (μελλοντικούς και υφιστάμενους). Αξόνων που, επομένως, ευνοούν την οικιστική διάχυση και καθιστούν ανέκδοτο την επαγγελία της συμπαγούς πόλης που επαγγέλλεται υποτίθεται και αυτό το ρυθμιστικό. Χαρακτηριστικές επιλογές είναι η διατήρηση της σήραγγας της Αργυρούπολης, η υποθαλάσσια ζεύξη Περάματος – Σαλαμίνας σε συνδυασμό με τον ορισμό περιοχών οικιστικής επέκτασης στα Μέγαρα που προοιωνίζονται σε επόμενο χρόνο, την επέκταση Σαλαμίνα – Μέγαρα.
Τέλος, ακόμα και τα λίγα πράγματα που μοιάζουν πραγματικά «ρυθμίσεις», έχουν μεταφερθεί κατάλληλα στο Παράρτημα, που όπως είπαμε μπορεί να τροποποιείται στο εξής με απλή υπουργική απόφαση.
Κατόπιν όλων αυτών γίνεται φανερό ποιος είναι ο σκοπός της θεσμοθέτησης αυτού του ΡΣ ένα βήμα πριν από τον υποβιβασμό του από νόμο σε ΚΥΑ. Είναι η ανάγκη να διευκολυνθούν όσα δεν χωράνε σε κανένα σχεδιασμό. Γιατί προφανώς σε κανένα σχεδιασμό δεν χωράνε τα 40.000μ2 δώρο στον επενδυτή στο Καβούρι, οι ουρανοξύστες στο Ελληνικό, όλα όσα πρόκειται να συμβούν στο Παράκτιο Αττικό Μέτωπο κλπ..
Η απόφαση του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης να καταργήσει αδιακρίτως 23 δημόσιους φορείς, μεταξύ των οποίων και τους Οργανισμούς Ρυθμιστικού Αθήνας και Θεσσαλονίκης ή την ΕΑΧΑ, έδωσε τη χαριστική βολή.
Οι φορείς αυτοί λειτουργούσαν ως εν δυνάμει δημοκρατικές δικλείδες για τον σχεδιασμό, την μόνη δυνατότητα διαιτησίας αντικρουόμενων συμφερόντων και προστασίας του δημόσιου συμφέροντος, και η μεταφορά της αρμοδιότητάς τους σε απλά και υποστελεχωμένα τμήματα της κεντρικής διοίκησης χωρίς την απαιτούμενη εμπειρία, σε αδιαφανείς διαδικασίες και γραφεία, είναι εξόχως αναχρονιστική, ενάντια σε όποια φιλοσοφία αποκέντρωσης αλλά και δηλωτική της υπόληψης στην οποία έχουν οι σημερινοί κρατούντες τον ίδιο τον σχεδιασμό και την συμμετοχή της κοινωνίας σε αυτόν.
Ο σχεδιασμός θα έρχεται, ακόμα πιο επίσημα απ’ ότι παλαιότερα, εκ των υστέρων να συμπεριλάβει όσα οι ιδιώτες θα υπαγορεύουν. Και ενώ το μόνο που θα χρειάζονται είναι η υπογραφή μιας κρατικής υπηρεσίας, η αρμόδια διεύθυνση του ΥΠΕΚΑ που θα υποκαταστήσει τον ΟΡΣΑ, με την ευελιξία που η αδιαφάνεια εξασφαλίζει, θα τους την παρέχει.
Είναι φανερό πλέον πως το ζητούμενο δεν είναι η αναπλήρωση του ελλείμματος σχεδιασμού, που σε συνδυασμό με την αδιαφορία και τα μοιραία κυβερνητικά λάθη δημιούργησαν τα μεγάλα προβλήματα, όπως την υποβάθμιση του κέντρου, τα άδεια κελύφη που άφησε η μετεγκατάσταση των δημοσίων υπηρεσιών, τα κλειστά μαγαζιά που άφησε η δημιουργία των μεγάλων εμπορικών κέντρων σε άλλες περιοχές και τόσα άλλα. Αντίθετα, η έλλειψη σχεδιασμού είναι βολική ώστε, με αφορμή τα προβλήματα, να παραδοθούν οι πληττόμενες περιοχές στα χέρια ιδιωτών. Η δημόσια διοίκηση νομιμοποιεί πλέον την επέμβαση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στον δημόσιο χώρο, αναθέτοντάς της να την υποκαταστήσει ακόμη και στη διεξαγωγή αρχιτεκτονικών διαγωνισμών, όπως για την ανάπλαση της Πανεπιστημίου, μια απόπειρα εξευγενισμού του κέντρου που παραβλέπει τα πραγματικά κοινωνικά προβλήματα. Όπως στον Φαληρικό όρμο που στο πλαίσιο σύμβασης που υπέγραψε το δημόσιο, όλες οι πολεοδομικές ρυθμίσεις στη γύρω περιοχή θα γίνονται κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Ιδρύματος Νιάρχου.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Καλλικράτη, στην Περιφέρεια Αττικής, ήρθαμε πολλές φορές αντιμέτωποι και με το έλλειμμα σχεδιασμού και με τη στάση της διοίκησης Σγουρού υπέρ επεμβάσεων ιδιωτών στον τρόπο οργάνωσης και ανάπτυξης του παραγωγικού μοντέλου.
Πάγια αίτηματά μας, που επαναδιατυπώνονταν κάθε φορά που προέκυπτε αντίστοιχο θέμα, ήταν η ανάγκη ύπαρξης Συνολικού σχεδίου σε όλα τα θέματα όπως λ.χ. την διαχείριση των βιομηχανικών αποβλήτων, την χωροθέτηση των κεραιών της Αττικής, την διευθέτηση όλων των ρεμάτων στο πλαίσιο ενιαίου αντιπλημμυρικού σχεδιασμού, την χωροθέτηση και τους όρους ανάπτυξης της βιομηχανίας, την χωροθέτηση όλων των ΑΠΕ κ.ά.
Ειδικά για το κρίσιμο ζήτημα των ΑΠΕ, που αποτελούν σύγχρονες μεθόδους καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής και της εξάντλησης των πόρων, είναι επιτακτική η ανάγκη της κάλυψης των ελλείψεων του Ειδικού πλαισίου. Το γεγονός ότι δεν καθορίζονται ελάχιστες αποστάσεις από σημαίνοντα σημεία για τα φωτοβολταϊκά, δεν λαμβάνονται υπόψη τα δάση, ο ορισμός περιοχών αιολικής προτεραιότητας είναι πολύ γενικός κ.ά, είναι κενά που χρήζουν άμεσης αναπλήρωσης.
Πως γίνεται να εγκρίνεις έργα χωρίς μακροπρόθεσμο σχεδιασμό; χωρίς να γνωρίζεις τη φέρουσα ικανότητα της Αττικής; Tι αντέχει και τι όχι αυτός ο τόπος;
Το δικό μας σχέδιο για την Περιφέρεια Αττικής θεμελιώνεται στην ιδέα της υπεράσπισης του συνολικού ρυθμιστικού σχεδιασμού, ενός ουσιαστικού και δημοκρατικά διευρυμένου σχεδιασμού.
Στο πλαίσιο της υλοποίησής του, ιεραρχείται η ανασύσταση του αυτόνομου φορέα στα πρότυπα του ΟΡΣΑ, για την εκπόνηση, υποστήριξη και παρακολούθηση του χωρικού σχεδιασμού του Περιφερειακού πλαισίου και όλων των υποκείμενων επιπέδων σχεδιασμού. Η λειτουργία του θα είναι υπό την εποπτεία και καθοδήγηση της Περιφέρειας, με διεύρυνση της συμμετοχής της και συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών (φορείς, κινήματα κλπ), τόσο κατά την κατάρτιση όσο και κατά την παρακολούθηση της εφαρμογής του σχεδιασμού.
Η ύπαρξη και λειτουργία αυτού του φορέα θέτει τις προϋποθέσεις για τον εξορθολογισμό και συντονισμό μεταξύ των επιπέδων χωρικού σχεδιασμού που υφίστανται σήμερα και παρουσιάζουν είτε επικαλύψεις είτε αντιφάσεις.
Άρρηκτα συνδεδεμένη με το θέμα του σχεδιασμού και τη λειτουργία του νέου φορέα, είναι και η από καιρό διατυπωμένη ανάγκη συγκρότησης μιας δυναμικής βάσης καταγραφής χωρικών δεδομένων (ενός Παρατηρητηρίου) που θα έπρεπε να λειτουργεί σε εθνική κλίμακα για να τροφοδοτεί τον σχεδιασμό. Σε κάθε περίπτωση, μια τέτοια βάση μπορεί να συσταθεί και να λειτουργήσει άμεσα στο πλαίσιο κάθε Περιφερειακής Ενότητας, συγκεντρώνοντας και κωδικοποιώντας στοιχεία που υπάρχουν σκόρπια σε έρευνες και στατιστικές αλλά και συνθέτοντας νέους δείκτες παρακολούθησης κοινωνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών μεγεθών και μεταβολών. Η ενημέρωση πολιτών και περιφερειακών εκπροσώπων από μια τέτοια βάση πληροφορίας, θα διευρύνει τόσο την δημοκρατική συμμετοχή όσο και την εγκυρότητα του σχεδιασμού που θα παράγεται.
Η συγκυρία της κρίσης θέτει σοβαρά ζητήματα επικαιροποίησης ή και απόκτησης καινούριων στοιχείων και μελετών που περιγράφουν τους μετασχηματισμούς και τα προβλήματα στο χώρο. Ο ρόλος της Περιφέρειας βάσει των αρμοδιοτήτων και της χρηματοδότησης που εξασφαλίζει ο Καλλικράτης πρέπει να είναι κομβικός στο να εξασφαλίσει και να διαχειριστεί αυτά τα στοιχεία όχι μόνο για την αξιολόγηση των πολιτικών της κεντρικής διοίκησης αλλά και για τον σχεδιασμό πολιτικών από την ίδια την Περιφέρεια σε τοπικό ή τομεακό επίπεδο. Ο ρόλος της Περιφέρειας έγκειται επίσης στο να διασφαλίσει την πρόσβαση των πολιτών στα στοιχεία αυτά, αλλά και συστηματοποιημένες διαδικασίες διαβούλευσης για επιμέρους θέματα βάσει των δικών της προτεραιοτήτων, των προτεραιοτήτων δηλαδή της τοπικής κοινωνίας και όχι μόνο βάσει της ατζέντας της κεντρικής διοίκησης.
Για την περιφέρεια Αττικής η ανάγκη σχεδιασμού, ενός νέου όμως ρυθμιστικού σχεδίου, που θα εξυπηρετεί συνολικά και κοινωνικά δίκαια την ανάπτυξη, είναι άμεση. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε, ότι ελλείψει νέου ΡΣΑ η Αττική είναι και θα παραμείνει η μόνη Περιφέρεια της Χώρας χωρίς Περιφερειακό Χωροταξικό Πλαίσιο.
Έναντι ενός «αναπτυξιακού» ή τομεακού σχεδιασμού χωρίς χωρική διάσταση, όπως αυτού των Ειδικών Πλαισίων ή ενός σχεδιασμού επιπέδου κατευθύνσεων χωρίς δεσμευτικό χαρακτήρα ούτε καν για βραχυ-μεσο-πρόθεσμο ορίζοντα (όπως το ΡΣΑ που είναι προς θεσμοθέτηση), απόλυτα προσαρμοσμένων είτε στις γενικές μνημονιακές πολιτικές είτε και φωτογραφικά στις επιμέρους «επιθυμίες» μεγάλων ή μικρότερων επενδυτικών συμφερόντων, προτάσσουμε την αναγκαιότητα του χωρικού σχεδιασμού με κατευθύνσεις και προτεραιότητες που υπαγορεύει ο χώρος και οι κοινωνικές ομάδες που τον συγκροτούν. Προτάσσουμε την αναγκαιότητα διατύπωσης ενός κοινωνικά δίκαιου και περιβαλλοντικά βιώσιμου ρεαλιστικού αναπτυξιακού σχεδίου, που μπορεί και πρέπει να εξασφαλίζει την μέγιστη κοινωνική συναίνεση.
Κεντρική ιδέα του νέου ρυθμιστικού σχεδίου οφείλει να είναι η υπεράσπιση των κοινών και των πόρων - φυσικών παραγωγικών και κοινωνικών-, προς όφελος όλων των κατοίκων της Αττικής όχι μόνο για το σήμερα αλλά και για το αύριο, όχι ξεκομμένα αλλά σε υποστήριξη του προτύπου παραγωγικής ανασυγκρότησης και των αδιαπραγμάτευτων όρων προστασίας φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος και τοπίου, της πολύτιμης κληρονομιάς μας.
Λαμβάνοντας υπόψη και τον καθοριστικό παράγοντα της κοινωνικο-οικονομικής κρίσης, οι βασικές κατευθύνσεις πρέπει να είναι:
1.Η τόνωση της κεντρικότητας και η ανάσχεση της αστικής διάχυσης στην πολύτιμη και πεπερασμένη εξωαστική γη ως απάντηση τόσο στην κρίση των κεντρικών περιοχών όσο και στην διαφύλαξη του αναγκαίου περιβαλλοντικού ισοζυγίου και ποιότητας ζωής για όλους και όλες, με : παρεμβάσεις αστικής αναβάθμισης δομημένου και δημόσιου χώρου στις κεντρικές περιοχές, εξασφάλιση υποδομών σε περιαστικές οικιστικές ζώνες που παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες ελλείψεις, περιορισμό της οικιστικής επέκτασης στις εκτός σχεδίου περιοχές και άμεση προτεραιότητα στον σχεδιασμό και διαχείριση των μεγάλων περιοχών αυθαιρέτων και παραθεριστικής κατοικίας, υποστήριξη ενός προτύπου μετακινήσεων και μεταφορών αγαθών και επιβατών σε αστικό και υπεραστικό επίπεδο ολοένα και λιγότερο βασισμένου στο ΙΧ και στις οδικές μεταφορές και περισσότερο στο δίκτυο μέσων σταθερής τροχιάς (προαστιακός, μετρό και τραμ).
2.Η άμβλυνση των χωροκοινωνικών ανισοτήτων για το σύνολο της Περιφέρειας μέσω : των χωροθετήσεων της παραγωγής και των όρων και ορίων στις προστατευόμενες περιοχές (ακτές, ορεινοί όγκοι, μνημεία, τοπία, γεωργική γη) και μέσω παρεμβάσεων στην κατεύθυνση βελτίωσης της ποιότητας ζωής με έμφαση σε πολιτικές αναδιανομής των ωφελειών από την ανάπτυξη υπέρ των περιοχών και των κοινωνικών ομάδων που ευνοούνται λιγότερο, καθώς και σε πολιτικές άμβλυνσης των φαινομένων κοινωνικού αποκλεισμού.
3.Η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, αστικού και εξωαστικού μέσω της ενσωμάτωσης των όποιων θεσμικών περιβαλλοντικών κεκτημένων (από την ισχύουσα νομοθεσία), της επίλυσης δια του σχεδιασμού τυχόν αντιφάσεών τους, και της συμπλήρωσής τους για περιβαλλοντικά πολύτιμες ή ευάλωτες περιοχές που δεν έχουν ακόμα καλυφθεί. Στην κατεύθυνση αυτή θα συμβάλλουν όχι μόνο τα μέτρα άμεσης παρακολούθησης και προστασίας του περιβάλλοντος που οφείλει να περιλαμβάνει το νέο ρυθμιστικό, αλλά και όλα τα παράλληλα μέτρα οριοθέτησης των χρήσεων γης στις αστικές και εξωαστικές περιοχές, όπως π.χ. η οριοθέτηση των επιχειρηματικών, εμπορικών και βιομηχανικών ζωνών με κίνητρα για την κατά προτεραιότητα ολοκλήρωση των υποδομών, η ιεράρχηση των όρων προστασίας σε κατηγορίες περιοχών, καθώς και όλες οι πολιτικές χωροθέτησης υποδομών κλίμακας (έργα μεταφορών, διαχείριση απορριμμάτων, εγκαταστάσεις ΑΠΕ κλπ).
4.Η χωρική εξειδίκευση του προτύπου παραγωγικής ανασυγκρότησης της Αττικής σε όλους τους τομείς και με έμφαση σ’ εκείνους που είτε έχουν πληγεί σοβαρότερα απ’ την κρίση είτε αναδεικνύονται ως προνομιακοί για την έξοδο απ’ αυτήν, κυρίως με κριτήριο την άμεση δημιουργία αντικειμένου και θέσεων απασχόλησης αλλά και τη βιωσιμότητα των εγχειρημάτων. Απ’ αυτή τη σκοπιά, ιδιαίτερη σημασία δίνεται στην υποστήριξη της μικρής παραγωγής (έναντι των επενδύσεων κλίμακας) που συνδυάζεται με τις κυρίαρχες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που έχουν πληγεί από την κρίση καθώς και με τις ολοένα αναπτυσσόμενες μορφές κοινωνικής οικονομίας. Κυριότεροι τομείς που καταρχήν αναδεικνύονται είναι:
- Το αγροτοδιατροφικό σύμπλεγμα σε συνδυασμό με εμπόριο και τουρισμό προκειμένου για την αξιοποίηση των πολύτιμων εδαφικών πόρων της Αττικής για γεωργικές εκμεταλλεύσεις κυρίως μικρής κλίμακας. Η υποστήριξη στην Αττική, της γεωργικής παραγωγής και η δημιουργία οικονομιών κλίμακας που συνδέονται μ’ αυτήν (μεταποίηση, τυποποίηση, αγροτο-τουρισμός, ανάδειξη ιστορικότητας, διαφύλαξη τοπίου, κ.ά.), νοείται όχι μόνο ως άξονα της παραγωγής αλλά και ως συνεισφορά στο περιβαλλοντικό της ισοζύγιο.
- Ο κατασκευαστικός τομέας, ιδιαίτερα για επιχειρήσεις και έργα μικρής κλίμακας και με στροφή προς τον δημόσιο χώρο ή την αναβάθμιση του υπάρχοντος χτισμένου χώρου, έργα δηλαδή που δεν θα προσθέσουν οικιστική επιβάρυνση στο ήδη συσσωρευμένο κενό κτιριακό απόθεμα (παλαιό και νεόδμητο) της Αττικής, αλλά αντίθετα θα συμβάλλουν στην αναβάθμιση του υφιστάμενου ενεργοποιώντας το αργούν κατασκευαστικό δυναμικό.
- Η έρευνα και η εκπαίδευση, δραστηριότητες υψηλής προστιθέμενης αξίας, που μπορούν να αξιοποιήσουν τον πλούτο σε εμπειρία και εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό που συγκεντρώνεται στην Αττική (και όχι μόνο). Πέρα από την παραγωγή γνώσης και καινοτομίας σε όλους τους τομείς, τυχόν πρωτοβουλίες της Περιφέρειας σε επίπεδο συνεργασίας με ερευνητικούς φορείς και ιδρύματα προκειμένου να διαμορφώσει μια βάση δεδομένων και συστήματος αξιολόγησης ή προτεραιοτήτων για την χωρική ανάπτυξη, είναι μέρος αυτής της κατεύθυνσης.
- Η πολιτιστική παραγωγή, τόσο σε ό,τι αφορά δράσεις για την προστασία και ανάδειξη των πολιτιστικών πόρων και μνημείων που συγκροτούν την μοναδική πολιτιστική ταυτότητα της Αττικής, όσο και υπέρ της πρωτογενούς πολιτιστικής παραγωγής που φαίνεται να αναπτύσσεται ερήμην ή και ως απάντηση στις συνθήκες της κρίσης από πολυάριθμες ομάδες κυρίως νέων ανθρώπων. Η στήριξη τέτοιων πρωτοβουλιών και η ανάδειξή τους υπό την αιγίδα της αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού, καθώς και η ένταξή τους στο δίκτυο των πολιτιστικών πόρων είναι υποχρέωση της κοινωνίας και μερίδιο αυτής αναλογεί στην Περιφέρεια.
- Ο τουρισμός, με έμφαση στην αξιοποίηση και αναβάθμιση των υφιστάμενων υποδομών ώστε να προστατευθούν από την περαιτέρω απαξίωσή τους τόσο οι ίδιες οι υποδομές όσο και οι περιοχές που τις φιλοξενούν. Στο τουριστικό προϊόν συμβάλλουν αναμφισβήτητα και όλες οι πολιτικές ανάδειξης, προστασίας και διασύνδεσης των μνημείων και τοπίων φύσης, ιστορίας και πολιτισμού της περιφέρειας, προστασίας του ανεκτίμητου παράκτιου μετώπου σε όλη του την έκταση και εξασφάλιση της δυνατότητας προσπέλασής του από όλους τους κατοίκους και επισκέπτες της Αττικής. Η τουριστική ταυτότητα της Αττικής δεν μπορεί να νοηθεί ξέχωρα από την μοναδική πολιτιστική και ιστορική της ταυτότητα και από τα πολύτιμα πλεονεκτήματά της από τη σκοπιά των φυσικών και πολιτιστικών τόπων και τοπίων, κληρονομιά της κοινωνίας την οποία πρέπει να υπερασπιστούμε πάση θυσία έναντι κάθε προσπάθειας αποστέρησής της από τον δημόσιο χαρακτήρα, ξεπουλήματος ή κακοποίησης.
Όσα αναφέρουμε είναι ενδεικτικά αλλά καθοριστικής σημασίας για έναν άλλο προσανατολισμό από αυτόν του νέου ρυθμιστικού που παρουσιάστηκε πρόσφατα και δεν συνιστά παρά ένα πλαίσιο ανοιχτό σε κάθε ενδιαφερόμενο «πελάτη», ένα πρόσχημα σχεδιασμού που χρησιμεύει απλώς στο να απονομιμοποιήσει ότι έχει απομείνει ως δέσμευση από το παλιό ΡΣΑ του 1985.
Η Περιφέρεια Αττικής έχει καθοριστικό ρόλο να παίξει, αρκεί να έχει τη βούληση να το πράξει. Η επαναφορά του σχεδιασμού του χώρου στο προσκήνιο και η ιεράρχησή του στις προτεραιότητες της, ιδιαίτερα σήμερα είναι μια άκρως πολιτική πράξη, και υποχρέωση της αυτοδιοίκησης. Τέλος, η διεύρυνση των τρόπων συμμετοχής σ’ αυτόν τον σχεδιασμό είναι ζητούμενο ουσιαστικής διεύρυνσης της δημοκρατίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου